Βασιλεύει ο ήλιος.
Κρεμά τις αχτίδες του αντίκρυ μας σα μια άρπα.
Βλέπω τα χέρια σου να μακραίνουν έτοιμα
να μου παίξουν απάνω τους ένα τραγούδι. Τα χέρια σου
που τα ξέχασες εκεί που καθόμαστε, δίπλα
στη θάλασσα. Τα χέρια σου που τα ξέχασες
μες τ' αγριολούλουδα,
ένα πρωί που καθόμαστε στο χορτάρι.
Που τ' άφησες πάνω στο τραπέζι μου κ' έτρεξα
φωνάζοντας πίσω σου αλλά δεν σε πρόφτασα.
Τα χέρια σου που τα ξέχασες μες τη ζωή μου
δεμένα με μια θαλασσιά κορδέλα και που τώρα
τάχω στον οδοιπορικό σάκκο μου και που πιά
δε θα στα δώσω ποτέ πίσω. Αυτό τον καιρό,
λογαριάζω να φύγω για την πατρίδα μου. Εκεί
είναι μιάν εκκλησιά. Όπως μπαίνεις δεξιά,
έχει έναν άγγελο χωρίς χέρια, ζωγραφισμένον
δω και διακόσια τόσα χρόνια. Θα σου τα χαρίσω.
Νικηφόρος Βρεττάκος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου