Δευτέρα 30 Αυγούστου 2010

Εδώ σπουδάζεις τη σιωπή...



Εδώ σπουδάζεις τη σιωπή

σα να ’ταν ξένη γλώσσα

κι αν έχεις ασκηθεί αρκετά

ξέρεις να ξεχωρίζεις τη διάλεκτο

της μέρας απ’ τη βαριά προφορά

της νύχτας.

Τα πουλιά τα μαθαίνεις απ’ έξω      

όπως και το φως που αλλοιώνει

τη σημασία του τίποτα.

Δεν θα μπορέσεις ποτέ αυθόρμητα

να εκφραστείς σ’ αυτή τη γλώσσα

όμως θα σ’ αιφνιδιάζει πάντα η αλήθεια της.

Διαβάζεις τα δέντρα, τα βουνά στο πρωτότυπο.

Λες: Τι έχω εγώ να πω σ’ αυτή τη γλώσσα;

Το πληγωμένο ζώο μέσα σου βαθιά δεν απαντά.

Σωπαίνει.


Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ, απόσπασμα,

«ΣΤΗ  ΛΥΠΙΟΥ  ΚΑΙ  ΠΑΛΙ»





Πέμπτη 26 Αυγούστου 2010

επιθυμία...




ν' ανοίξω φτερούγα 


όπως στα κλειστά


βλέφαρα





Δευτέρα 23 Αυγούστου 2010

θυμᾶμαι τὴ χαρά τους καὶ τὴ λύπη τους...


Τὸ σπίτι κοντὰ στὴ θάλασσα


Τὰ σπίτια ποὺ εἶχα μου τὰ πῆραν. Ἔτυχε
νά᾿ ναι τὰ χρόνια δίσεχτα πόλεμοι χαλασμοὶ ξενιτεμοὶ
κάποτε κυνηγὸς βρίσκει τὰ διαβατάρικα πουλιὰ
κάποτε δὲν τὰ βρίσκει- τὸ κυνήγι
ἦταν καλὸ στὰ χρόνια μου, πῆραν πολλοὺς τὰ σκάγια-
οἱ ἄλλοι γυρίζουν τρελαίνουνται στὰ καταφύγια.
Μὴ μοῦ μιλᾶς γιὰ τ᾿ ἀηδόνι μήτε γιὰ τὸν κορυδαλλὸ
μήτε γιὰ τὴ μικρούλα σουσουράδα
ποὺ γράφει νούμερα στὸ φῶς μὲ τὴν οὐρά της-
δὲν ξέρω πολλὰ πράγματα π σπίτια
ξέρω πὼς ἔχουν τὴ φυλή τους, τίποτε ἄλλο.
Καινούργια στὴν ἀρχή, σὰν τὰ μωρὰ
ποὺ παίζουν στὰ περβόλια μὲ τὰ κρόσσια τοῦ ἥλιου,
κεντοῦν παράθροφυλλα χρωματιστὰ καὶ πόρτες
γυαλιστερὲς πάνω στὴ μέρα-
ὅταν τελειώσει ἀρχιτέκτονας ἀλλάζουν,
ζαρώνουν χαμογελοῦν ἀκόμη πεισματώνουν
μ᾿ ἐκείνους ποὺ ἔμειναν μ᾿ ἐκείνους ποὺ ἔφυγαν
μ᾿ ἄλλους ποὺ θὰ γυρίζανε ἂν μποροῦσαν
ποὺ χάθηκαν, τώρα ποὺ ἔγινε
κόσμος ἕνα πέραντο ξενοδοχεῖο.

Δὲν ξέρω πολλὰ πράγματα π σπίτια,
θυμᾶμαι τὴ χαρά τους καὶ τὴ λύπη τους
καμιὰ φορά, σὰ σταματήσω-
ἀκόμη
καμιὰ φορά, κοντὰ στὴ θάλασσα, σὲ κάμαρες γυμνὲς
μ᾿ ἕνα κρεβάτι σιδερένιο χωρὶς τίποτε δικό μου
κοιτάζοντας τὴ βραδινὴν ἀράχνη συλλογιέμαι
πὼς κάποιος ἑτοιμάζεται νὰ ῾ρθεῖ, πὼς τὸν στολίζουν
μ᾿ ἄσπρα καὶ μαῦρα ροῦχα μὲ πολύχρωμα κοσμήματα
καὶ γύρω του μιλοῦν σιγὰ σεβάσμιες δέσποινες
γκρίζα μαλλιὰ καὶ σκοτεινὲς δαντέλες,
πὼς ἑτοιμάζεται νὰ ᾿ ρθει νὰ μ᾿ ποχαιρετήσει-

, μιὰ γυναίκα ἐλικοβλέφαρη βαθύζωνη
γυρίζοντας π λιμάνια μεσημβρινά,
Σμύρνη Ρόδο Συρακοῦσες Ἀλεξάντρεια,
π κλειστὲς πολιτεῖες σὰν τὰ ζεστὰ παραθυρόφυλλα,
μὲ ἀρώματα χρυσῶν καρπῶν καὶ βότανα,
πὼς ἀνεβαίνει τὰ σκαλιὰ χωρὶς νὰ βλέπει
ἐκείνους ποὺ κοιμήθηκαν κάτω π᾿ τὴ σκάλα.

Ξέρεις τὰ σπίτια πεισματώνουν εὔκολα, σὰν τὰ γυμνώσεις.


Γιώργος Σεφέρης, Κίχλη



Τετάρτη 18 Αυγούστου 2010

Είναι που στην πορεία μας δεν έχει διάλειμμα για να βρεθούμε


Θέλω να μου μιλήσεις
Για 'κείνη τη μάντρα του μικρού μας σχολειού
Θέλω να μου μιλήσεις
Για τον πετροπόλεμο στην κάτω γειτονιά

Τ' όνομά σου είχα γράψει ανορθόγραφα
Σε τοίχο ολόλευκο στον Άγιο Τίτο
Τ' όνομά σου είχα γράψει ανορθόγραφα
Σε τοίχο ολόλευκο στον Άγιο Τίτο
Κι έφαγα της χρονιάς μου τότε
Όχι για τα λάθη, μα για την αγάπη μου

Δεν είναι ο δάσκαλος που μας χωρίζει πια
Είναι που στην πορεία μας δεν έχει διάλειμμα για να βρεθούμε

Τ' όνομά σου είχα γράψει ανορθόγραφα
Σε τοίχο ολόλευκο στον Άγιο Τίτο
Τ' όνομά σου είχα γράψει ανορθόγραφα
Σε τοίχο ολόλευκο στον Άγιο Τίτο



Στίχοι: Στέλλα Χρυσουλάκη
Μουσική: Νένα Βενετσάνου