Ειμαι ένα ρεύμα θερμό, ρόδινο,
Όπου κυλάνε τα πεσμένα φύλλα.
Και είμαι εκείνη που τραβάει τα δίχτυα
Και φέρνει πάνω τα θνητά.
Τ' άλλα πηδούν και πάλι στο ποτάμι
Προς την απέραντη χαρά.
Είμαι τα ανέσπερα καντήλια
Που κρέμασε ο αέρας σ' άδεια κάμαρα.
Και είμαι ο σκύλος που κλεισμένος μέσα
Κουνάει την ουρά σ' ένα φάντασμα.
Με χίλια δυο μπουκέτα αστραποβόλα
Τραντάζει ο ήλιος τα μισόκλειστα παράθυρα.
Και είμαι εκείνη που κλαίει χαρούμενη,
Πως ξέσπασε μια τόσο όμορφη μέρα;
Είμαι ο τυφλός με τη λάσπη στα βλέφαρα
Που νοιώθει τα θαυματουργά τα δάχτυλα.
Πως τη ζωή μου τόσο φως κάνει στάχτη;
Δήμητρα Χ. Χριστοδούλου/Παράκτιος οικισμός/Μελάνι